-
1 ἀπ-έχω
ἀπ-έχω (s. ἔχω), 1) abhalten, entfernt halten, ἑκὰς νήσων ἀπέχειν νῆα Od. 15, 33; οὐδ' ὅ γε πρὶν λοιμοῖο βαρείας χεῖρας ἀφέξει, alte v. l. Iliad. 1, 97, nach Scholl. Did. wahrscheinlich Zenodots Lesart; Aristarch u. andere alte Ausgaben hatten Δαναοῖσιν ἀεικέα λοιγὸν ἀπώσει; τινά τινος, Einen von etwas fern halten, abwehren, αἴ κεν Τυδέος υἱὸν ἀπόσχῃ Ἰλίου Il. 6, 96; vgl. Aesch. Ag. 1096; χεῖρας πἀντων ἀφέξω σοι Od. 20, 263; τοῖο πᾶσαν ἀεικείην ἄπεχε χροΐ Il. 24, 19; ἥ μ' Ὀδυσῆος οἴκου ἀποσχήσει, mich vom Hause entfernen wird, Od. 19, 572; Iliad. 22, 324 ᾗ κληῖδες ἀπ' ὤμων αὐχέν' ἔχουσιν, trennen; pass., τῶν ἱερῶν τὰ ἐκ τῆς χώρης γενόμενα ἀπέχεται, wird ausgeschlossen vom Opfer, Her. 1, 160. Selten so bei Att. S. Plat. Cratyl. 407 b; ῥῖνα ἀπὸ κάκκης Ar. Pax 162. So φϑόνον, proeul habere, Pind. N. 7, 61; οὐδὲν ἀπέχει, es steht nichts im Wege, es hindert nichts, es ist natürlich, Hippocr.; Plut. Dion. 23 ὧν οὐδὲν ἀπέχει καὶ τὸν ἄριστον μετασχεῖν; vgl. Orac. def. 41. Gew. – 2) intrans., entfernt sein, τινός, von einem Orte; die Entfernung steht im acc., τό γε μέσον ἴσον τῶν ἐσχάτων ἀπέσχεν Plat. Parmen. 145 b; bes. bei Historikern, wo auch oft der gen. fehlt; eigthmt. Thuc. 5, 3 ἀποσχὼν τεσσαράκοντα στάδια μὴ φϑάσαι, sc. es fehlten 40 Stadien, daß er eher als die Anderen kam; mit ἀπό, ἑτέρα ἀφ' ἑτέρας σταδίους ἑκατὸν ἀπεῖχε Plat. Critia 178 d; αἱ ὄχϑαι – ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ τρία πλέϑρα Xen. An. 4, 3, 5. Uebertr. auf andere Dinge, ὧν ἐκεῖνος πλεῖστον πάντων ἀνϑρώπων ἀπέσχεν Mem. 1, 2, 62; οὐδὲν ἀπεῖχε γαμετῆς γυναικός Hedn. 1, 16. 9, unterschied sich gar nicht von der rechtmäßigen Frau. Bes. τοσοῠτο ἀπέχειν, wie tantum abest, worauf häufig ὥστε folgt, z. B. τῆς αὐτονομίας Isocr. 4, 101; τοῦ λαβεῖν Dem. 24, 3; τοῦ βοηϑεῖν Pol. 5, 74. – 3) weghaben, dahinhaben, παρὰ σοῦ τὴν χάριν ἀπέχω πάλαι com. Mein. IV, 679; ἀπέχετε τὴν ἀπόκρισιν, da habt ihre eure Antwort, Aesch. 2, 50; μισϑόν, schuldigen Lohn, N. T.; Plut.; ähnl. χρέος Callim. ep. 22 (VI, 147); κῦδος ὀφειλόμενον Ep. ad. 390 (IX, 115); Hesych. Erkl. ἐξαρκεῖ, ἀπόχρη, bezieht sich auf Anacr. 15, 33; vgl. Marc. 14, 41. – Med., 1) entfernt halten, für sich, Od. 22, 316 κακῶν ἀπὸ χεῖρας ἔχεσϑαι, Bekk. ἄπο; ἀπεσχῆσϑαι τὼ χεῖρε τῆς μητρός Dem. 25, 54; vgl. Plat. Conv. 214 d; ohne χεῖρας, schonen, οὐδὲ τροφοῦ οὔσης σεῦ ἀφέξομαι Od. 19, 489; φίλων Xen. An. 2, 6, 10; Hell. 5, 2, 6. – 2) sich entfernt halten, absol., τότ' ἂν οὔ τοι ἀποσχέσϑαι φίλον ἦεν Od. 9, 211; τῆς Ἑλλάδος Xen. An. 6, 4, 14; πόλεως Hell. 7, 3, 10; sich einer Sache enthalten, πολέμου Il. 8, 35; δηιοτῆτος 12, 248; ἀλλήλων ἀπέχονται εὐνῆς καὶ φιλότητος Iliad. 14, 206. 305; βοῶν Od. 12, 321. 328; οἴνου Ar. Nub. 417; ἡδονῶν, ἐπιϑυμιῶν Plat. Phaed. 82 c 83 b; τῶν τῆς πατρίδος Pol. 10, 25; mit dem inf., τοῦ λέγειν Xen. Mem. 1, 2, 34; ohne Art. Ages. 11, 7; μὴ στρατεῦσαι Thuc. 5, 251 bes. merke man: οὐκ ἀπεσχόμην τὸ μὴ οὐκ ἀπελϑεῖν, fast: ich mußte fortgehen, Plat. Rep. I, 354 b; οὐκ ἀπείχοντο ἀπὸ τῶν φίλων τὸ μὴ οὐχὶ πλεονεκτεῖν παρ' αὐτῶν Xen. Cyr. 1, 6, 32.
-
2 ἀρχαιότης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀρχαιότης
См. также в других словарях:
Μεσανατολικό — Όρος με τον οποίο αποδίδεται η μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ των αραβικών κρατών της Μέσης Ανατολής (Μικρά Ασία, Αραβική χερσόνησος και βορειοανατολική Αφρική) και του Ισραήλ, σχετικά με εδαφικές και άλλες διεκδικήσεις. Η σύγκρουση του 1948 ανάμεσα… … Dictionary of Greek
Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Καταλονία — (ισπαν. Catalun∼a, καταλ. Catalunya). Ημιαυτόνομη περιοχή (32.114 τ. χλμ., 6.361.365 το 2001) της βορειοανατολικής Ισπανίας με πρωτεύουσα τη Βαρκελώνη. Ορίζεται Α από τη Μεσόγειο και Β από τα Πυρηναία και συνορεύει Ν με τη Βαλένθια και Δ με την… … Dictionary of Greek
αυτοδιοίκηση — Με τον όρο αυτό εννοείται η αυτονομία των τοπικών οργανισμών, οι οποίοι παράλληλα ή σε συνεργασία με τις κρατικές αρχές ασχολούνται με τις τοπικές υποθέσεις και ανήκουν, σύμφωνα με τον νόμο, σε ειδική κατηγορία νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.… … Dictionary of Greek
Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… … Dictionary of Greek
Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek
σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek